εκκεντρότητα

εκκεντρότητα
(Αστρον.). Το μέτρο της επιμήκυνσης μιας ελλειπτικής τροχιάς. Ορίζεται ως το πηλίκο της απόστασης από το κέντρο της έλλειψης μέχρι τη μία εστία διά του μήκους του μεγάλου ημιάξονα ή ως ο λόγος της απόστασης μεταξύ των δύο εστιών της τροχιάς προς το μήκος του μεγάλου άξονα. Στην περίπτωση της τροχιάς ενός πλανήτη που εκτελεί την τροχιά του γύρω από τον Ήλιο, ο οποίος κατέχει τη μία εστία, η ε. δίνεται από τη σχέση μεταξύ της απόστασης του Ηλίου από το κέντρο της τροχιάς προς την απόσταση του πλανήτη (όταν βρίσκεται στο αφήλιο ή στο περιήλιο) από το ίδιο κέντρο. Στην περίπτωση ίσου μήκους του μεγάλου άξονα, η ε. θα είναι τόσο μεγαλύτερη (δηλαδή η έλλειψη θα είναι τόσο πιο πεπλατυσμένη ή επιμήκης) όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση μεταξύ της εστίας και του κέντρου της τροχιάς. Όταν η απόσταση αυτή είναι μηδενική (όπως στον κύκλο), η ε. είναι ίση προς το μηδέν. Όταν η έλλειψη επιμηκύνεται, η ε. τείνει να πλησιάσει τη μονάδα και καταλήγει να λάβει την τιμή 1 στις παραβολικές τροχιές (όπου η μία εστία βρίσκεται στο άπειρο). Στην υπερβολή, που είναι μια καμπύλη πολύ ανοιχτή, η ε. είναι μεγαλύτερη από τη μονάδα. Η ε. των πλανητικών τροχιών μικραίνει με την πάροδο του χρόνου. Αυτό σημαίνει ότι οι πλανήτες τείνουν με την πάροδο των αιώνων να διανύουν τροχιές που πλησιάζουν συνεχώς περισσότερο προς την κυκλική. Οι κομήτες παρουσιάζουν τροχιές με μεγάλες διαφορές ε. Ορισμένοι έχουν τροχιά που διαφέρει λίγο από τον κύκλο, ενώ άλλοι έχουν τροχιές με ε. σημαντικά διαφορετική από αυτήν που παρουσιάζουν οι πλανήτες. ε. κωνικής τομής. Αν Κ είναι μια κωνική τομή, Ρ ένα οποιοδήποτε σημείο της, F η εστία της και Μ η ορθή προβολή του Ρ στην αντίστοιχη της εστίας F διευθετούσα της Κ, τότε ο λόγος PF / PM είναι σταθερός, ονομάζεται ε. της κωνικής τομής Κ και συμβολίζεται συνήθως με το γράμμα Ε. Για την έλλειψη είναι e < 1, για την υπερβολή e > 1 και για την παραβολή e = 1. Αν μιας έλλειψης ή υπερβολής a και b είναι ο μεγάλος και ο μικρός ημιάξονας, τότε είναι (αντίστοιχα),. Για τον κύκλο είναι e = 0. ΕΚΚΕΝΤΡΟΤΗΤΑ ΚΩΝΙΚΗΣ ΤΟΜΗΣ ΕΚΚΕΝΤΡΟΤΗΤΑ ΠΛΑΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΩΝ ΚΟΜΗΤΩΝ
* * *
η (Α ἐκκεντρότης)
η θέση έξω από το κέντρο, η απόσταση από το κέντρο
νεοελλ.
1. το γνώρισμα τών έκκεντρων κύκλων
2. φρ. «εκκεντρότητα έλλειψης» — ο λόγος τής εστιακής απόστασης προς το μήκος τού μεγάλου άξονα
αρχ.
η τάση για απομάκρυνση από το κέντρο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • εκκεντρότητα — η 1. εκκεντρικότητα (βλ. λ.). 2. το γνώρισμα των έκκεντρων κύκλων. 3. (μαθ.), ο λόγος της εστιακής απόστασης έλλειψης προς το μήκος του μεγάλου της άξονα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐκκεντρότητα — ἐκκεντρότης eccentricity fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ποσειδών — I Θεός της ελληνικής μυθολογίας, γιος του Κρόνου και της Ρέας και αδελφός του Δία και του Άδη. Λέγεται, στα νεότερα χρόνια, και Ποσειδώνας. Σύμφωνα με έναν αρχαίο μύθο, κατά τη διανομή του κόσμου μεταξύ των γιων του Κρόνου, δόθηκε στον Π. η… …   Dictionary of Greek

  • Άρης — I Θεός του πολέμου και από τους μεγαλύτερους θεούς της ελληνικής, αλλά και της λατινικής μυθολογίας. Γιος του Δία και της Ήρας ή μόνο της Ήρας που έμεινε έγκυος με την επαφή άνθους ή της Ενυούς (γι’ αυτό και ονομάζεται Ενυάλιος), που όμως… …   Dictionary of Greek

  • Αφροδίτη — I Η θεά του έρωτα στην αρχαία ελληνική μυθολογία. Συμβόλιζε το ένστικτο και τη ζωική δύναμη της αναπαραγωγής και της γονιμότητας. Ο Ησίοδος, στη Θεογονία, την παρουσιάζει να γεννιέται από τους αφρούς των κυμάτων, ύστερα από τη γονιμοποίηση του… …   Dictionary of Greek

  • Ερμής — I Ένας από τους θεούς του ελληνικού Δωδεκάθεου. Σχετίζεται με την ιδιαίτερη σφαίρα του χαώδους, του πρώτου δηλαδή στοιχείου της κοσμογονίας, με την έννοια ότι ήταν έξω από τον νόμο (προστάτευε τους κλέφτες και ήταν και ο ίδιος κλέφτης), έξω από… …   Dictionary of Greek

  • Κρόνος — I Προελληνική θεότητα. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο νεότερος από τους Τιτάνες, γιος του Ουρανού και της Γαίας και πατέρας του Δία. Κατά τη Θεογονία του Ησίοδου, με προτροπή της Γαίας ευνούχισε τον πατέρα του και ανέλαβε ο ίδιος τη διακυβέρνηση …   Dictionary of Greek

  • Πλούτων — I Ο θεός του Κάτω Κόσμου των αρχαίων Ελλήνων, που ονομαζόταν και Άδης, Αΐδης, Αϊδωνεύς, Πλουτεύς. Ήταν γιος του Κρόνου και της Ρέας, αδελφός του Δία και του Ποσειδώνα και, κατά τον Ησίοδο, αδελφός επίσης της Εστίας και της Δήμητρας. Είχε πάρει… …   Dictionary of Greek

  • άτομο — Στοιχείο της φύσης που η επισήμανσή του σχετίζεται με την ιδέα του αδιαίρετου της ύλης. Ά. είναι το μικρότερο μέρος ενός στοιχείου, το οποίο διατηρεί τις ιδιότητές του και μένει αμετάβλητο στις συνήθεις χημικές αντιδράσεις. Ετυμολογικά ο όρος ά.… …   Dictionary of Greek

  • έλλειψη — Απουσία, ανυπαρξία· ανεπάρκεια, ατέλεια, ελάττωμα. Ο όρος έ. αναφέρεται σε ένα σχήμα λόγου, στο οποίο παραλείπονται μία ή περισσότερες λέξεις που εύκολα εννοεί ο ακροατής, με σκοπό να εκφραστεί συντομότερα ή πυκνότερα μια σκέψη. Αυτή η συντομία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”